Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων
Χρυσόπουλος Ηλίας
H διευθέτηση των μεγάλων ανοιγμάτων των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων και η επαναφορά τους σε πλήρως βιώσιμη κατάσταση αποτελεί έναν από τους ομολογημένους στόχους του προσφάτως ψηφισθέντος νόμου 4469/2017 για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων.
H διευθέτηση των μεγάλων ανοιγμάτων των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων και η επαναφορά τους σε πλήρως βιώσιμη κατάσταση αποτελεί έναν από τους ομολογημένους στόχους του προσφάτως ψηφισθέντος νόμου 4469/2017 για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων. Ο εξωδικαστικός μηχανισμός στοχεύει μέσω μιας κατ’ αρχήν εξωδικαστικής συμφωνίας του οφειλέτη και της πλειοψηφίας των πιστωτών του να καταστήσει βιώσιμες τις επιχειρήσεις που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές μέσω από ένα ευρύ σύστημα αναδιάρθρωσης με φιλόδοξους στόχους και παράλληλα να αντιμετωπίσει από την πλευρά των τραπεζών το διογκούμενο πρόβλημα των ΝPLs (Non Performing Loans). Από πλευράς χρονικής οριοθέτησης των οφειλών περιλαμβάνονται ληξιπρόθεσμες οφειλές έως και τις 31.12.2016, πράγμα που σημαίνει ότι οι οφειλές που δημιουργούνται μετά το χρονικό αυτό ορόσημο δεν εντάσσονται στην διαδικασία αυτή. Επιπρόσθετα οι οφειλές αυτές μπορεί να αφορούν ως είθισται σε οφειλές από δάνεια ή πιστώσεις σε πιστωτικά ιδρύματα, οπότε είτε πρέπει να τελούν ήδη σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών κατά την 31.12.2016 είτε να έχουν καταστεί αντικείμενο ρύθμισης από τις 1.7.2016 και εντεύθεν. Εντάσσονται επίσης ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ακόμα και προς τους ΟΤΑ, εφόσον έχουν βεβαιωθεί, ενώ μπορούν να ενταχθούν και οφειλές προς τρίτους (π.χ. προμηθευτές) για τις οποίες υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις ή έχουν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή απορρέουν από σφραγισμένες επιταγές. Το ενδιαφέρον είναι ότι σύμφωνα με την Έκθεση Δημόσιας Διαβούλευσης αρκεί να συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις αυτές, δηλαδή ή βεβαιωμένα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο ή χρέη με τις παραπάνω προϋποθέσεις προς τράπεζες, για να δικαιούται μια επιχείρηση να υπαχθεί στον εξωδικαστικό μηχανισμό(εντάσσονται υπό αυτήν την άποψη λοιπόν και αυτοί που ρύθμισαν οφειλές πριν την 1.7.2016 προς τράπεζες, αν παράλληλα π.χ. έχουν οφειλές προς τρίτους για τις οποίες έχουν εκδοθεί διαταγές πληρωμής). Από πλευράς προσώπων εντάσσονται φυσικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα ή νομικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και διακρίνονται δύο βασικές κατηγορίες «επιχειρήσεων»: α) «Μεγάλες» επιχειρήσεις με τζίρο μεγαλύτερο των 2.500.000 ευρώ ή οι οποίες οφείλουν έως την στιγμή της αίτησης πάνω από 2.000.000 ευρώ β) Mικρές επιχειρήσεις όσες δεν πληρούν τα παραπάνω κριτήρια. Στις βασικές προϋποθέσεις συγκαταλέγονται: α) Για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία β΄ κατηγορίας η επίδειξη μιας κερδοφόρου χρήσης την τελευταία τριετία πριν την υποβολή της αίτησης για υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό και β)Για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία γ΄ κατηγορίας θα πρέπει να συντρέχει σε μία από τις τελευταίες τρεις εταιρικές χρήσεις πριν την υποβολή της αίτησης ένα από τα ακόλουθα: i) θετικά καθαρά αποτελέσματα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων(ΕΒΙΤDA) πριν την υποβολή της αίτησης για υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό είτε ii) θετική καθαρή θέση. Υπάρχει και βέβαια και μια σειρά εξαιρέσεων απαιτήσεων(κυρίως απαιτήσεων που αποτελούν ως προς έκαστο μεμονωμένο πιστωτή ποσοστό μικρότερο του 1,5% του συνολικού χρέους του οφειλέτη) που δεν εντάσσονται στον εξωδικαστικό μηχανισμό, απηχώντας την προφανή πρόθεση του νομοθέτη να προστατεύσει τους μικρο-πιστωτές του οφειλέτη. Για το ζήτημα αυτό βέβαια απαιτείται πιο εξειδικευμένη προσέγγιση που δεν είναι δυνατή στα πλαίσια του παρόντος. H διαδικασία ξεκινά με την υποβολή πλήρως στοιχοθετημένης με έγγραφα αίτησης-πρότασης της αιτούσας επιχείρησης και διορίζεται διαπιστευμένος διαμεσολαβητής για να συντονίσει διεκπεραιωτικά τις διαπραγματεύσεις. Η πρόταση ειδικά για μεγαλύτερες επιχειρήσεις είναι καλό να συνοδεύεται από μελέτη εμπειρογνώμονα και σε κάθε περίπτωση με βάση κάποιες παραδοχές θα αποτυπώνει προβλέψεις για την πορεία της επιχειρήσεις για τα επόμενα τρία έτη και τις προσδοκώμενες χρηματορροές της και ιδίως το ποσό που αναμένεται να μπορεί να καλύπτει μηνιαίως για τις οφειλές της. Επιπλέον η αίτηση-πρόταση πρέπει να παρουσιάζει αρτιότητα όσον αφορά τα στοιχεία ,την εκτίμησή τους(ιδίως τυχόν εμπραγμάτων ασφαλειών) και την νομική κατάσταση της περιουσίας της αιτούσας επιχείρησης. Σημειώνεται επίσης ότι με την διαπίστωση της πληρότητας της αίτησης αναστέλλεται η εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας για τα κόκκινα δάνεια και επιπλέον για 70 τουλάχιστον ημέρες αναστέλλονται τυχόν δικαστικά μέτρα εναντίον της επιχείρησης, γεγονός που δίνει την δυνατότητα σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις των οποίων τα δάνεια δεν έχουν καταγγελθεί ακόμα να κερδίσουν πιθανόν επιπρόσθετο πολύτιμο χρόνο για την επιβίωσή τους. Στο επίπεδο των διαπραγματεύσεων πέρα από τις τυπικές προβλέψεις του νόμου υπάρχει η δυνατότητα αντιπροτάσεων από τους πιστωτές. Στο κρίσιμο θέμα της επίτευξης συμφωνίας σαν γενικός κανόνας για την λήψη απόφασης απαιτείται απαρτία τουλάχιστον 50% του συνόλου των απαιτήσεων των πιστωτών και η απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία τουλάχιστον 60% των συμμετεχόντων πιστωτών στους οποίους πρέπει να συμπεριλαμβάνονται τουλάχιστον το 40% των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο και φυσικά η συμφωνία του οφειλέτη. Περιλαμβάνονται και απαιτήσεις προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφαλίσεις και το Δημόσιο με σημαντικά περιθώρια εκπτώσεων ιδίως ως προς τις προσαυξήσεις και τα επιβληθέντα πρόστιμα. Σημαντική επισήμανση αφορά την συμπερίληψη των συνοφειλετών (ακόμα και αν δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα) και των εγγυητών (αμφισβητούμενο πάντως κατά την άποψή μας αν είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των τελευταίων) στην διαδικασία ως επιτακτική, που ωστόσο συνεπάγεται την αυτόματη μείωση της οφειλής και ως προς αυτούς αν επιτευχθεί συμφωνία. Η συμφωνία μπορεί να έχει ευρύ περιεχόμενο και να περιλαμβάνει επιμηκύνσεις, διαγραφές ή/και κεφαλαιοποιήσεις χρεών, περιόδους χάριτος, κλπ. Για τις αιτούσες επιχειρήσεις και οπωσδήποτε για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις κρίνεται απαραίτητο από την πλευρά της αιτούσας να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις νομικός σύμβουλος και οικονομικός εμπειρογνώμονας, καθώς τυχόν συμφωνία πρέπει να σέβεται κάποιες βασικές νομικές αρχές και περιλαμβάνει σύνθετες νομικές και οικονομικές πτυχές, όπως μεταξύ άλλων την τήρηση της αρχής της ισότητας αλλά και την αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών σε σχέση με το τι θα ελάμβαναν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης(no creditors worse off principle). Η μη τήρηση των αρχών αυτών μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της συμφωνίας. Η συμφωνία θα δεσμεύει και τους διαφωνούντες και μη συμμετέχοντες πιστωτές μόνο με επικύρωση της από το Πολυμελές Πρωτοδικείο και τον έλεγχο τήρησης κάποιων βασικών δικαιϊκών αρχών που προαναφέρθηκαν, απαιτείται λοιπόν δικαστική απόφαση κατά κανόνα για να αναπτύξει πλήρη αποτελέσματα και να θωρακιστεί νομικά πλήρως. Oι ομοιότητες με την άμεση συμφωνία προς επικύρωση (prepackaged plan) που προβλέπεται στον Πτωχευτικό Κώδικα ως προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης είναι πολλές, ωστόσο παρά την πιθανή αλληλοεπικάλυψη σε πολλά πεδία, αναγνωρίζεται στην περίπτωση του εξωδικαστικού μηχανισμού η πρoώθηση του συντονιστικού ρόλου για συνεννόηση των πιστωτών, η μεγαλύτερη διαφάνεια της διαδικασίας σε σχέση με την άμεση συμφωνία προς επικύρωση, και η ξεκάθαρη ευνοϊκότερη αντιμετώπιση των εγγυητών κατά κανόνα, όπως και των συνοφειλετών επίσης στα πλαίσια του εξωδικαστικού μηχανισμού. Παρόλα τα ελαττώματά του και τις ασάφειές του ο εξωδικαστικός μηχανισμός αποτελεί μια πολύ καλή τελευταία ευκαιρία για πολλές επιχειρήσεις για να διασωθούν.